ΠροετοιμασίαΜετά από πέντε μήνες και την πρώτη εμπειρία από
συναυλιακή εκδρομή στην Αθήνα, είμασταν ορεξάτοι να ξανακατεβούμε για το πρώτο μεγάλο μεταλικό φεστιβάλ στην Ελλάδα. Ο χώρος ορίστηκε στην Αποβάθρα 3 του λιμανιού του Πειραιά τον Ιούλιο του 1996. Το πρώτο μας μέλημα ήταν το πού θα μείνουμε, διότι αυτή τη φορά δε θέλαμε να μπλέξουμε με συγγενικές υποχρεώσεις. Πώς καταφέραμε και κλείσαμε ένα 4-κλινο στο ξενοδοχείο Δελφίνι (ή Δελφίνια;) στο λιμάνι με τη βοήθεια μόνο των τηλεφωνικών καταλόγων του ΟΤΕ, δεν το πολυθυμάμαι. Ούτε ίντερνετ, κινητά, πιστωτικές κ.λ.π. τότε.
Η κάθοδοςΞεκινήσαμε αρκετός λαός από Κοζάνη με το τρένο και την κλασική πλέον βραδυνή διαδρομή Κοζάνη-Πλατύ και μετεπιβίβαση στα βαγόνια του Θεσ/νίκη-Αθήνα. Είμαστε στο κατακαλόκαιρο και στο βάλτο που λεγόταν Πλατύ τα κουνούπια/γίγαντες μάς επιτίθονταν από παντού. Φανταστείτε τι γινόταν γύρω από το μόριό σου όταν πήγαινες στην τουαλέτα να κατουρήσεις! Καταλήγουμε εννιά Κοζανίτες σε κουπέ των οχτώ και φτάνουμε το πρωί στο σταθμό Λαρίσης. Βρίσκουμε το ξενοδοχείο, όλα ωραία και καλά, αράζουμε λίγο και απογευματάκι ξεκινάμε με τα πόδια για Δραπετσώνα. Αξέχαστο σύνθημα που είδαμε σε τοίχο: «Αγαπάς το ροκ; Εφταχίλιαρο». Αθάνατη ελληνική μιζέρια!
Η συναυλίαΧαμός από κόσμο στην αποβάθρα, όλα τα συγκροτήματα μια χαρά· από τους
Rage θυμάμαι μόνο το Firestorm, οι
Blind Guardian είχαν το κοινό τους (είχαν κυκλοφορήσει τότε το Imaginations from the other side), αλλά μαθαίνουμε ότι οι
Motorhead δεν θα εμφανιστούν και τη θέση τους θα πάρουν οι
Saxon. Οι οποίοι βέβαια ήταν μια χαρά, αλλά οι γνωστοί κάφροι άρχισαν να τους πετάνε μπουκάλια με νερό (λες κι αυτοί έφταιγαν που δεν ήρθαν οι Motorhead). Το κυρίως πιάτο όμως ήταν οι
Slayer που ήταν και ο κύριος λόγος που κάναμε τόσα χιλιόμετρα. Μετά από το εκνευριστικότατο soundcheck που κράτησε μια ώρα, βγήκαν και ξεσήκωσαν τις πολλές χιλιάδες των θεατών που βρισκόμασταν εκεί με ένα δυναμικότατο και χορταστικό από κλασικά τους τραγούδια live. Επιστροφή στο ξενοδοχείο με τα πόδια, όντας ψόφιοι από την κούραση. Και κει ανακαλύπτουμε ότι κάποιος παρείσακτος (που μας είχε γίνει κολλιτσίδα από την Κοζάνη) έχει ήδη μπει στο δωμάτιό μας και κοιμάται στο κρεβάτι μου. Τα πήραμε ομαδικά στο κρανίο, τον πετάξαμε έξω και δε λέω άλλα, όσοι ξέρουν, ξέρουν.
Η επιστροφήΤην άλλη μέρα παίρνουμε το τρένο για πίσω. Φτάνουμε στο γνώριμο βάλτο/Πλατύ για μετεπιβίβαση και κει μαθαίνουμε ότι το τρένο πάει μόνο μέχρι Έδεσσα. Τι να κάνουμε, νύχτα είναι, λέμε να το πάρουμε. Εκεί τσοντάρουμε ό,τι λεφτά έχουμε πάνω μας και τα δίνουμε σε έναν ταρίφα. «Μέχρι πού μας πας με 7000 δραχμές;», ρωτάμε. «Μέχρι Πτολεμαΐδα». Άντε καλά, λέμε. Μία η ώρα τη νύχτα φτάνουμε στο Καλιάρι και σκεφτόμαστε ποιον γονέα να ξυπνήσουμε. Προθυμοποιείται ο ψηλός (ή εμείς είμασταν πιο κότες;) και κανονίζει να έρθει ο τρανός του. Έρχεται και μας παίρνει και φεύγουμε για Κόζιαν. Στη μέση της διαδρομής, το αμάξι κλοτσάει, μένει από βενζίνη και κατεβαίνουμε να σπρώξουμε για λίγο! Σημείωση: τα βενζινάδικα είχαν απεργία εκείνη τη μέρα. Ο κυρ. Βασίλης κάνει ώτο-στοπ μέσα στη νύχτα και βρίσκει (ω, του θαύματος) γνωστό, πηγαίνει και γεμίζει ένα ντεπόζιτο από άλλο αμάξι, επιστρέφει με άλλο ώτο-στοπ (ενώ εμείς τόση ώρα καθόμασταν μόνοι στην ερημιά), γεμίζουμε το ρεζερβουάρ και καταφέρνουμε να φτάσουμε τελικά σπίτι. Ουφ! Αυτά.
Υ.Γ. 1: Αν πηγαίναμε τώρα σ'αυτό το φεστιβάλ, θα πηγαίναμε να δούμε όπωσδήποτε και τη δεύτερη μέρα με Bad Religion και Paradise Lost. Αλλά τότε είχαμε άλλα μυαλά/μαλλιά!
Υ.Γ. 2: Σ'αυτήν την κάθοδο με το τρένο είχαμε το κασετόφωνο και ακούγαμε κασέτες με Slayer, το νέο άλμπουμ των Machine Head κ.λ.π. με παλικάρια από Έδεσσα, Λάρισα και αλλού;